ενεστώτας sing
γ΄ ενικό ενεστώτα sings
αόριστος sang
παθητική μετοχή sung
ενεργητική μετοχή singing
αγγλικά ανώμαλα ρήματα

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /sɪŋ/

sing (en)