Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
sillon
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
sillon
sillons
Ουσιαστικό
επεξεργασία
sillon
(fr)
αρσενικό
αυλάκι
που σχηματίζεται κατά το
όργωμα
από το
άροτρο
Δείτε επίσης
επεξεργασία
billon