• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

shortcut

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Υπώνυμα
      • 1.3.2 Δείτε επίσης
    • 1.4 Αναφορές

Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

shortcut < short + cut

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈʃɔːtkʌt/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

shortcut (en)

  1. η συντόμευση, ο σύντομος δρόμος
  2. (πληροφορική) συντόμευση, σύνδεσμος συντόμευσης
  3. (πληροφορική) συντομογραφία του: συντόμευση πληκτρολογίου (keyboard shortcut)[1]

Υπώνυμα επεξεργασία

  • keyboard shortcut
  • shortcut key
  • symbolic link

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • shortcut στην αγγλική Βικιπαίδεια  

  Αναφορές επεξεργασία

  1. ↑ (αγγλικά) Shortcut. Προσπέλαση 2020-04-07
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=shortcut&oldid=5307976"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Οκτωβρίου 2021, στις 17:23

Γλώσσες

    • Български
    • Dansk
    • Deutsch
    • English
    • Esperanto
    • Eesti
    • Suomi
    • Français
    • Magyar
    • Ido
    • Íslenska
    • Italiano
    • 日本語
    • ಕನ್ನಡ
    • 한국어
    • Kurdî
    • Malagasy
    • മലയാളം
    • Polski
    • Português
    • Русский
    • Srpskohrvatski / српскохрватски
    • Simple English
    • Svenska
    • தமிழ்
    • Türkçe
    • اردو
    • Tiếng Việt
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Οκτωβρίου 2021, στις 17:23.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας