senfunda
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | senfunda | senfundaj |
αιτιατική | senfundan | senfundajn |
senfunda (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | senfunda | senfundaj |
αιτιατική | senfundan | senfundajn |
senfunda (eo)