sardona
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sardona | sardonaj |
αιτιατική | sardonan | sardonajn |
sardona (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sardona | sardonaj |
αιτιατική | sardonan | sardonajn |
sardona (eo)