sana
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sana | sanaj |
αιτιατική | sanan | sanajn |
sana (eo)
Φινλανδικά (fi)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαsana (fi)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sana | sanaj |
αιτιατική | sanan | sanajn |
sana (eo)
sana (fi)