samseksemulino
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | samseksemulino | samseksemulinoj |
αιτιατική | samseksemulinon | samseksemulinojn |
samseksemulino (eo)
- η λεσβία