Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
runout
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.1.1
Προφορά
1.2
Ουσιαστικό
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
runout
<
run
+
out
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ˈɹʌnaʊt
/
ⓘ
ήχος: προφορά Αυστραλίας
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
runout
runouts
runout
(en)
η
ενέργεια
και το
αποτέλεσμα
του
run out