router
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
router | routers |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαrouter (en)
Υπερώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- router στην αγγλική Βικιπαίδεια
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαrouter (fr)