romantika
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɾo.manˈti.ka/
Επίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | romantika | romantikaj |
αιτιατική | romantikan | romantikajn |
romantika (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | romantika | romantikaj |
αιτιατική | romantikan | romantikajn |
romantika (eo)