Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

rocking-chair < αγγλική to rock, κουνιέμαι + chair, καρέκλα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
rocking-chair rocking-chairs

rocking-chair (fr) αρσενικό

Συνώνυμα επεξεργασία