riverego
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | riverego | riveregoj |
αιτιατική | riveregon | riveregojn |
riverego (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | riverego | riveregoj |
αιτιατική | riveregon | riveregojn |
riverego (eo)