revolve around
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | revolve around |
γ΄ ενικό ενεστώτα | revolves around |
αόριστος | revolved around |
παθητική μετοχή | revolved around |
ενεργητική μετοχή | revolving around |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαrevolve around (en)
- γυρίζω γύρω από, στρέφομαι γύρω από, κινούμαι γύρω από κάτι σε κύκλο
- ⮡ The earth revolves around the sun.
- Η γη γυρίζει γύρω από/στρέφεται γύρω από τον ήλιο.
- ⮡ The earth revolves around the sun.
- γυρίζω, γυρίζω γύρω από, Έχω κάποιον/κάτι ως κύριο ενδιαφέρον ή θέμα
- ⮡ Once again the discussion revolved around inflation.
- Η συζήτηση γύρισε πάλι στον πληθωρισμό.
- ⮡ Home life revolves around the mother.
- Η ζωή του σπιτιού γυρίζει γύρω από τη μητέρα.
- ⮡ Once again the discussion revolved around inflation.
Άλλες μορφές
επεξεργασία- revolve round (ειδικά βρετανικά αγγλικά)
Πηγές
επεξεργασία- revolve around - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 203, 825. ISBN 9780194325684., λήμμα: γυρίζω, στρέφω