restructuring
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
restructuring | restructurings |
restructuring (en) (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο)
- η αναδιάρθρωση
- ⮡ Clearance of the debts was necessary for the business restructuring.
- Η εκκαθάριση των χρεών ήταν απαραίτητη για την αναδιάρθρωση της επιχείρησης.
- ⮡ Clearance of the debts was necessary for the business restructuring.
Ρηματικός τύπος
επεξεργασίαrestructuring (en)