respeguliĝo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | respeguliĝo | respeguliĝoj |
αιτιατική | respeguliĝon | respeguliĝojn |
respeguliĝo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | respeguliĝo | respeguliĝoj |
αιτιατική | respeguliĝon | respeguliĝojn |
respeguliĝo (eo)