replaces
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαreplaces (en)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαreplaces (fr)
- β΄ πρόσωπο ενικού οριστικής & υποτακτικής ενεργητικού ενεστώτα του replacer
Δείτε επίσης : replacés |
replaces (en)
replaces (fr)