regolo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- regolo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | regolo | regoloj |
αιτιατική | regolon | regolojn |
regolo (eo)
- (πτηνό) ο τρωγλοδύτης
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | regolo | regoloj |
αιτιατική | regolon | regolojn |
regolo (eo)