ενεστώτας refreeze
γ΄ ενικό ενεστώτα refreezes
αόριστος refroze
παθητική μετοχή refrozen
ενεργητική μετοχή refreezing
αγγλικά ανώμαλα ρήματα

  Ετυμολογία

επεξεργασία
refreeze < re- + freeze

refreeze (en)

Άλλες μορφές

επεξεργασία