ενεστώτας recommend
γ΄ ενικό ενεστώτα recommends
αόριστος recommended
παθητική μετοχή recommended
ενεργητική μετοχή recommending

recommend (en)

  • συνιστώ, συστήνω, συμβουλεύω, προτείνω κάτι σε κάποιον
    ⮡  It is highly recommended.
    Συνιστάται εξαιρετικά.
    ⮡  The teacher chooses certain books and recommends them to his students.
    Ο καθηγητής επιλέγει ορισμένα βιβλία και τα συνιστά στους μαθητές του.
    ⮡  I recommend you consult a lawyer.
    Σου συνιστώ να συμβουλευτείς ένα δικηγόρο.
    ⮡  The doctor recommended me a strict diet.
    Ο γιατρός μού συνέστησε αυστηρή δίαιτα.
    ⮡  Can you recommend me a good hotel?/Can you recommend a good hotel to me?
    Μπορείς να μου συστήσεις ένα καλό ξενοδοχείο;
    ⮡  They recommended him to us as a good teacher.
    Μας τον σύστησαν ως/για καλό δάσκαλο.
    ⮡  I would not recommend you selling your house.
    Δε θα σε συμβούλευα να πουλήσεις το σπίτι σου.
    ⮡  What did he recommend you?
    Τι σου πρότεινε;
     συνώνυμα:  advise, propose και suggest