reallocated
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαreallocated (en)
- αόριστος & παθητική μετοχή αορίστου του reallocate
Επίθετο
επεξεργασίαreallocated (en)
- (πληροφορική) ανακατανεμημένος
- ※ When a hard drive encounters a read / write / verify data error, it marks that sector “reallocated” and transfers the data to another spare sector to prevent the risk of data corruption.
- Όταν ένας σκληρός δίσκος αντιμετωπίζει σφάλμα ανάγνωσης/εγγραφής/επαλήθευσης δεδομένων, χαρακτηρίζει αυτόν τον τομέα ως "ανακατανεμημένο" και μεταφέρει τα δεδομένα σε άλλο εφεδρικό τομέα για να αποτρέψει τον κίνδυνο αλλοίωσης (καταστροφής) δεδομένων.(Απόδοση: το Βικιλεξικό.)
- ※ When a hard drive encounters a read / write / verify data error, it marks that sector “reallocated” and transfers the data to another spare sector to prevent the risk of data corruption.
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασία- (πληροφορική) reallocated sector