reala
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | reala | realaj |
αιτιατική | realan | realajn |
reala (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | reala | realaj |
αιτιατική | realan | realajn |
reala (eo)