pseŭdonimo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | pseŭdonimo | pseŭdonimoj |
αιτιατική | pseŭdonimon | pseŭdonimojn |
pseŭdonimo (eo)
- το ψευδώνυμο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | pseŭdonimo | pseŭdonimoj |
αιτιατική | pseŭdonimon | pseŭdonimojn |
pseŭdonimo (eo)