progreso
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | progreso | progresoj |
αιτιατική | progreson | progresojn |
progreso (eo)
- η πρόοδος
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | progreso | progresoj |
αιτιατική | progreson | progresojn |
progreso (eo)