Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
problemsolver
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
problemsolver
problemsolvers
Ετυμολογία
επεξεργασία
problemsolver
<
problem
+
solver
Ουσιαστικό
επεξεργασία
problemsolver
(en)
(
σπάνιο
)
άλλη γραφή του
problem-solver