Αγγλικά (en) επεξεργασία

παραθετικά
θετικός problematic
συγκριτικός more problematic
υπερθετικός most problematic

  Επίθετο επεξεργασία

problematic (en)

  • προβληματικός
    The business went from problematic to profitable.
    Η επιχείρηση από προβληματική έγινε κερδοφόρα.

  Πηγές επεξεργασία