preĝa
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | preĝa | preĝaj |
αιτιατική | preĝan | preĝajn |
preĝa (eo)
- σχετικός με την προσευχή
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | preĝa | preĝaj |
αιτιατική | preĝan | preĝajn |
preĝa (eo)