potaso
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- potaso < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | potaso | potasoj |
αιτιατική | potason | potasojn |
potaso (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | potaso | potasoj |
αιτιατική | potason | potasojn |
potaso (eo)