porfiro
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- porfiro < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | porfiro | porfiroj |
αιτιατική | porfiron | porfirojn |
porfiro (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | porfiro | porfiroj |
αιτιατική | porfiron | porfirojn |
porfiro (eo)