• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ponto

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Εσπεράντο (eo)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
  • 2 Πορτογαλικά (pt)
    • 2.1 Ουσιαστικό

Εσπεράντο (eo)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
ponto < pont + -o

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ponto (eo)

  • γέφυρα



Πορτογαλικά (pt)

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία
ενικός πληθυντικός
ponto pontos

ponto (pt) αρσενικό

  • ο πόντος, ο βαθμός
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ponto&oldid=4711797"
Τελευταία επεξεργασία στις 15 Αυγούστου 2020, στις 11:28

Γλώσσες

    • Azərbaycanca
    • Brezhoneg
    • Čeština
    • Deutsch
    • English
    • Esperanto
    • Español
    • Euskara
    • Suomi
    • Na Vosa Vakaviti
    • Français
    • Galego
    • Magyar
    • Հայերեն
    • Ido
    • Italiano
    • ಕನ್ನಡ
    • 한국어
    • Kurdî
    • Lombard
    • Lietuvių
    • Malagasy
    • Nederlands
    • Norsk
    • Polski
    • Português
    • Русский
    • Sängö
    • Srpskohrvatski / српскохрватски
    • Svenska
    • ไทย
    • Tagalog
    • Türkçe
    • Tiếng Việt
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 15 Αυγούστου 2020, στις 11:28.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας