politiko
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | politiko | politikoj |
αιτιατική | politikon | politikojn |
politiko (eo)
- η πολιτική
Ίντο (io)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαpolitiko (io)