pluvo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- pluvo < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | pluvo | pluvoj |
αιτιατική | pluvon | pluvojn |
pluvo (eo)
- η βροχή
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | pluvo | pluvoj |
αιτιατική | pluvon | pluvojn |
pluvo (eo)