pledanto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | pledanto | pledantoj |
αιτιατική | pledanton | pledantojn |
pledanto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | pledanto | pledantoj |
αιτιατική | pledanton | pledantojn |
pledanto (eo)