piramido
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | piramido | piramidoj |
αιτιατική | piramidon | piramidojn |
piramido (eo)
- η πυραμίδα
- la piramidoj estas tomboj por la faraonoj de Egiptio
- οι πυραμίδες είναι τάφοι για τους Φαραώ της Αιγύπτου
Δείτε επίσης
επεξεργασία- piramido στη βικιπαίδεια της εσπεράντο