Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈ/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

pie (ast) αρσενικό


Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
pie pies

pie (fr) θηλυκό

Εκφράσεις

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
pie <  δείτε τις λέξεις pia και -e
ΔΦΑ : /ˈpie/

Επίρρημα

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈpje/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

pie (es) αρσενικό


Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

pie θηλυκό


Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈpje/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

pie (pt) αρσενικό

---