permutation
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαpermutation (en)
- παραλλαγή
- (κατ’ επέκταση) μία διαφορετική διάταξη από την αρχική ή την προηγούμενη
- (μαθηματικά) μετάθεση
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
permutation | permutations |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαpermutation (fr) θηλυκό
- η μεταλλαγή, η αλλαγή θέσης με κάτι άλλο
- (μαθηματικά) μετάθεση
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη permuter