• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

pauvre

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
pauvre pauvres

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

pauvre (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. φτωχός
  2. καημένος, φουκαράς, ταλαίπωρος, κακομοίρικος, καψερός, δόλιος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=pauvre&oldid=5614042"
Τελευταία επεξεργασία στις 24 Οκτωβρίου 2022, στις 00:19

Γλώσσες

    • العربية
    • Azərbaycanca
    • Brezhoneg
    • Corsu
    • Čeština
    • Deutsch
    • English
    • Español
    • Eesti
    • Suomi
    • Français
    • Galego
    • Magyar
    • Bahasa Indonesia
    • Ido
    • Italiano
    • 日本語
    • 한국어
    • Nederlands
    • Norsk
    • Occitan
    • Polski
    • Português
    • Română
    • Русский
    • Sängö
    • Tacawit
    • Svenska
    • Kiswahili
    • தமிழ்
    • ไทย
    • Türkçe
    • Tiếng Việt
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 24 Οκτωβρίου 2022, στις 00:19.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie