paralela
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | paralela | paralelaj |
αιτιατική | paralelan | paralelajn |
paralela (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | paralela | paralelaj |
αιτιατική | paralelan | paralelajn |
paralela (eo)