panjo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | panjo | panjoj |
αιτιατική | panjon | panjojn |
panjo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | panjo | panjoj |
αιτιατική | panjon | panjojn |
panjo (eo)