panisto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | panisto | panistoj |
αιτιατική | paniston | panistojn |
panisto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | panisto | panistoj |
αιτιατική | paniston | panistojn |
panisto (eo)