ovblanko
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ovblanko | ovblankoj |
αιτιατική | ovblankon | ovblankojn |
ovblanko (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ovblanko | ovblankoj |
αιτιατική | ovblankon | ovblankojn |
ovblanko (eo)