ενικός         πληθυντικός  
open compound open compounds

Ετυμολογία

επεξεργασία
open compound <  δείτε τις λέξεις open και compound

Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

open compound (en)

Δείτε επίσης

επεξεργασία