Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

olivine < olive

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
olivine olivines

olivine (fr) θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη olive