obtusangle
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- obtusangle < δημώδης λατινική obtusangulus
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
obtusangle | obtusangles |
obtusangle (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- (μαθηματικά) triangle obtusangle: τρίγωνο που έχει μια αμβλεία γωνία