objekto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | objekto | objektoj |
αιτιατική | objekton | objektojn |
objekto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | objekto | objektoj |
αιτιατική | objekton | objektojn |
objekto (eo)