Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
nura
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Εσπεράντο
(eo)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
nura
<
nur
+
-a
Επίθετο
επεξεργασία
πτώση
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
nura
nuraj
αιτιατική
nuran
nurajn
nura
(eo)
σκέτος
,
μοναχός
,
μοναδικός