notario
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- notario < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | notario | notarioj |
αιτιατική | notarion | notariojn |
notario (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | notario | notarioj |
αιτιατική | notarion | notariojn |
notario (eo)