nirvano
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- nirvano < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | nirvano | nirvanoj |
αιτιατική | nirvanon | nirvanojn |
nirvano (eo)
- το νιρβάνα
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | nirvano | nirvanoj |
αιτιατική | nirvanon | nirvanojn |
nirvano (eo)