Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
nest
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά
(en)
1.1
Κλίση
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Ρήμα
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Κλίση
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
nest
nests
Ουσιαστικό
επεξεργασία
nest
(en)
φωλιά
Ρήμα
επεξεργασία
φωλιάζω
φτιάχνω φωλιά
(για το κουρνιάζω δες:
roost
,
perch
,
curl up
)
(
ελαφρώς ανεπίσημο
),
(
μεταφορικά
)
ενθέτω
τοποθετώ/βολεύω κάτι μέσα σε κάτι άλλο