nebulo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- nebulo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | nebulo | nebuloj |
αιτιατική | nebulon | nebulojn |
nebulo (eo)
- η ομίχλη
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | nebulo | nebuloj |
αιτιατική | nebulon | nebulojn |
nebulo (eo)