nationalisation
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαnationalisation (en)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
nationalisation | nationalisations |
nationalisation (fr) θηλυκό
- η κρατικοποίηση, η εθνικοποίηση, η δημοσιοποίηση